Η Κοινότητα Σταυροδρομίου υπάγεται διοικητικά στην Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως.
Το Σταυροδρόμι είναι η περιοχή που βρίσκεται απέναντι από την παλιά Κωνσταντινούπολη. Αρχίζει από το τέλος του Γαλατά και φτάνει μέχρι το Σισλί. Περιλαμβάνει τις συνοικίες που βρίσκονται δεξιά και αριστερά της Μεγάλης Οδού του Πέραν. Ο Γαλατάς ήταν μια περιοχή κατοικημένη πριν από πολλούς αιώνες, ιδιαιτέρως δε την εποχή του Βυζαντίου είχε παραχωρηθεί στους Ενετούς και Γενοβέζους, οι οποίοι ήταν έμποροι.
Με το πέρασμα του χρόνου σχηματίζεται η Ορθόδοξη Κοινότητα. Αυτή η εξέλιξη της περιοχής δημιουργεί την ανάγκη της δημιουργίας ορθοδόξων ναών για την εκπλήρωση των θρησκευτικών καθηκόντων. Έτσι το 1804, επί πατριαρχίας Καλλίνικου Ε΄, και την άδεια του Σουλτάνου Σελίμ ΙΙΙ χτίζεται από τον Αρχιτέκτονα Χατζή Κομνηνό ο ναός της Παναγίας των Εισοδίων. Τον θεμέλιο λίθο θέτει ένας πρίγκιπας, ο Δημήτριος Μουρούζης. Ένα χρόνο μετά με πατριαρχικό σιγίλιο επικυρώνεται η δημιουργία της νέας αυτής ενορίας, της Μεγαλωνύμου Κοινότητας Σταυροδρομίου.
Η περιοχή του Πέρα πήρε το όνομά της από τους Ρωμιούς της Πόλης που διέσχιζαν την περιοχή και σχημάτιζαν έναν σταυρό. Η περιοχή επίσης λεγόταν και «Πέραν» διότι ήταν απέναντι από την ακτή του Κεράτιου κόλπου. Την περιοχή οι Τούρκοι την αποκαλούν «Βeyoğlu» που σημαίνει γιος του μπέη/αφέντη, πιθανόν λόγω του γεγονότος ότι εκεί κρατήθηκε ο Πρίγκιπας της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντος, Δαβίδ Κομνηνός.
Η αύξηση των χριστιανών ορθόδοξων στην περιοχή επιβάλλει τη δημιουργία και δύο νέων ναών. Το 1861 αποπερατώνεται ο ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στους πρόποδες του λόφου του Πέρα, και το 1880 ο ναός της Αγίας Τριάδος στην πλατεία του Τακσίμ, αρχιτεκτόνημα που επιβάλλεται στο αστικό τοπίο και συμβολίζει την οικονομική και πολιτική δύναμη των μεγαλοαστών Ρωμιών.